koinoniko-agxos

Κοινωνικό Άγχος. Συμπτώματα διαταραχής και αντιμετώπιση

Η Διαταραχή Κοινωνικού Άγχους, γνωστή επίσης και ως κοινωνική φοβία, χαρακτηρίζεται από το φόβο που διακατέχει το άτομο και ως εκ’ τούτου την αποφυγή καταστάσεων, κατά τις οποίες το άτομο αισθάνεται ότι θα λάβει αρνητική κριτική και απόρριψη ή ταπείνωση (ενώπιον ακροατηρίου ή στη διάρκεια συμμετοχής του σε κοινωνικές εκδηλώσεις). Το δυσάρεστο και ανυπόφορο αίσθημα φόβου αναγκάζει τον ασθενή να υιοθετήσει κάποια σχήματα αποφευκτικής συμπεριφοράς. Σε περιπτώσεις που η αποφυγή των συνθηκών που συνδέονται με την κοινωνική φοβία είναι αδύνατη, ο ασθενής υποφέρει και αισθάνεται αφόρητο άγχος, που δύναται να εξελιχθεί σε κρίση πανικού. Το άτομο φοβάται ότι θα ενεργήσει με ταπεινωτικό τρόπο, ή με αμηχανία και ότι θα δείξει συμπτώματα άγχους και ως εκ τούτου απορριφθεί ή γελοιοποιηθεί από τον κοινωνικό του περίγυρο.

Η αιτία της κοινωνικής φοβίας είναι δυνατόν να προσδιοριστεί από γενετικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες. Μπορεί να οφείλεται είτε σε ένα τραυματικό γεγονός, είτε να έχει επηρεαστεί από μια διαδικασία μάθησης από ένα πρότυπο. Η ψυχαναλυτική θεωρία αναφέρει ότι οι φοβίες έχουν αίτιο τις άλυτες συγκρούσεις της παιδικής ηλικίας και το γενικευμένο άγχος εξόντωσης του Εγώ από το αντικείμενο του φόβου.

Τι είναι η κοινωνική φοβία;

Η κοινωνική φοβία είναι η τρίτη πιο κοινή ψυχική διαταραχή στους ενήλικες του γενικού πληθυσμού και έχει έναν ισόβιο επιπολασμό τουλάχιστον 5%. Η επικράτηση της διαταραχής στις γυναίκες, συγκριτικά με τους άνδρες, είναι 3:2. Παρόλο που η διαταραχή είναι κοινή, η κοινωνική φοβία συχνά δεν διαγιγνώσκεται με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά. Η κοινωνική φοβία συνήθως οδηγεί στην αποφυγή καταστάσεων όπως η δημόσια ή ομαδική ομιλία, οι συναντήσεις, η συμμετοχή σε κέντρα εστίασης σε δημόσιους χώρους, η εργασία ή η γραφή ενώ το άτομο περιβάλλεται από άλλους ανθρώπους, οι τηλεφωνικές κλήσεις και η οικειότητα (Veale, 2003).

Το στατιστικό και διαγνωστικό εγχειρίδιο (DSM-V) αναφέρει ότι ο επίμονος φόβος, το άγχος και η αποφυγή πρέπει να είναι παρόντα για τουλάχιστον έξι μήνες, καθώς επίσης η διαταραχή να μην είναι αποτέλεσμα δράσης μιας ουσίας ή άλλης ιατρικής καταστάσεως και αν μια άλλη ιατρική κατάσταση είναι παρούσα, ο φόβος, το άγχος και η αποφυγή να είναι ασύνδετη ή δυσανάλογη με την ιατρική κατάσταση. Τέλος η κοινωνική φοβία δεν πρέπει να εξηγείται καλύτερα από μια άλλη ψυχική διαταραχή και φυσικά νοείται ως διαταραχή όταν επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την λειτουργικότητα του ατόμου (σε επαγγελματικούς ,κοινωνικούς τομείς).

Χαρακτηριστικά της κοινωνικής φοβίας 

Αυτό που αποτελεί ένα από τα βασικά κλινικά χαρακτηριστικά το οποίο ξεχωρίζει στους ανθρώπους που πάσχουν από κοινωνική φοβία σε σχέση με άλλες διαταραχές άγχους, είναι οι γνωστικές τους διεργασίες, δηλαδή ο τρόπος που σκέφτονται, ειδικότερα ο φόβος ότι θα ντροπιαστούν, θα γελοιοποιηθούν, θα ταπεινωθούν και ότι θα επικριθούν αρνητικά από άλλους. Τα άτομα με κοινωνικό άγχος θεωρούν την αλληλεπίδραση τους με άγνωστα άτομα και καταστάσεις ως μια τρομακτική εμπειρία, ακόμη και ευχάριστες εκδηλώσεις, όπως ένα γαμήλιο γλέντι ή ένα πάρτι μπορεί να προκαλέσουν φόβο και άγχος. Σκέψεις όπως ότι θα μιλήσουν αδέξια ή δεν θα πουν το σωστό ή ότι θα παρουσιάσουν συμπτώματα άγχους (εφίδρωση, κοκκίνισμα) ότι θα τρέμουν και μια σειρά άλλων γνωστικών στρεβλώσεων, συχνά συνοδεύουν τα άτομα με κοινωνική φοβία. Η συχνότερη συμπεριφορά την οποία υιοθετούν είναι η αποφυγή, αναβλητικότητα και η διάσπαση προσοχής, συμπεριφορές που προσωρινά μπορεί να επιφέρουν ανακούφιση αλλά μακροπρόθεσμα διατηρούν το πρόβλημα.

Παρέμβαση και αντιμετώπιση

Όπως και οι περισσότερες διαταραχές άγχους έτσι και η κοινωνική φοβία μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά, είτε μέσω της ψυχοθεραπείας ή της φαρμακοθεραπείας ή ενός συνδυασμού των δύο. Το είδος θεραπείας το οποίο φαίνεται να έχει τα πιο άμεσα και γρήγορα αποτελέσματά είναι η γνωσιακή-συμπεριφορική. Η γνωσιακή- συμπεριφορική  θεραπεία συνήθως αποτελείται από δώδεκα εβδομαδιαίες συνεδρίες όπου στη γνωστική συνιστώσα της θεραπείας ο ασθενής μαθαίνει να αναγνωρίζει  και στη συνέχεια να αξιολογεί και να αλλάζει τις αρνητικές σκέψεις του, ενώ στο συμπεριφορικό κομμάτι ο ασθενής εξοικειώνεται με τις καταστάσεις που του προκαλούν κοινωνικό άγχος και φόβο μαθαίνοντας να ελέγχει παράλληλα και τις σωματικές εκφάνσεις τους.

Ωστόσο, μια πιο εκτενής και μακρά θεραπεία, όπως η ψυχοδυναμική ψυχοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει τον ασθενή να ερμηνεύσει συνολικά την εμπειρία του κοινωνικού άγχους, να κατανοήσει καλύτερα τους αιτιολογικούς παράγοντες και μέσω της θεραπευτικής σχέσης που χτίζει με τον ψυχοθεραπευτή να μπορέσει να επιλύσει και βελτιώσει τις συνέπειες που η κοινωνική φοβία επιφέρει στην εικόνα του εαυτού του και τον τρόπο που σχετίζεται με τους άλλους.

Πηγές:

Veale, D. (2003). Treatment of social phobia. Advances in Psychiatric Treatment, 9(4), 258-264. doi:10.1192/apt.9.4.258

ψυχοσωματικά-συμπτώματα-θεραπεία

Ψυχοσωματικά Συμπτώματα – πώς προκαλούνται; Πρόληψη, Αντιμετώπιση & Θεραπεία

Τι είναι τα Ψυχοσωματικά Συμπτώματα;

Τα ψυχοσωματικά συμπτώματα είναι φυσικά συμπτώματα που πιστεύεται ότι προκαλούνται ή επηρεάζονται σημαντικά από ψυχολογικούς παράγοντες, όπως η ένταση, η ανησυχία ή οι συναισθηματικές δυσκολίες. Αυτά τα συμπτώματα μπορούν να εκδηλωθούν σε διάφορες σωματικές μορφές, όπως πονοκέφαλοι, κοιλιακοί πόνοι, κόπωση, μυϊκή ένταση, χωρίς κανένα φανερό ιατρικό αίτιο. Προκύπτουν από την αλληλεπίδραση ψυχολογικών παραγόντων και σωματικών εκφράσεων και, ενώ απουσιάζει ιατρικό αίτιο πρόκλησης, τους είναι απαραίτητο να προσεγγίζονται ως πραγματικά και ανησυχητικά για το άτομο που τα βιώνει και όχι κατασκευασμένα ή φανταστικά.

Γενικά, τα ψυχοσωματικά συμπτώματα είναι κοινά και πολλοί άνθρωποι τα βιώνουν σε κάποιο σημείο της ζωής τους. Πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι τα ψυχοσωματικά συμπτώματα είναι πιο διαδεδομένα σε μερικές πληθυσμιακές ομάδες, όπως οι γυναίκες, οι έφηβοι και άτομα με χαμηλότερη κοινωνικο-οικονομική θέση. Επιπλέον, άτομα με συγκεκριμένες ψυχικές διαταραχές, όπως οι διαταραχές άγχους ή η κατάθλιψη, έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να βιώσουν ψυχοσωματικά συμπτώματα. Συνολικά, ενώ οι ακριβείς συχνότητες ανά πληθυσμιακή ομάδα μπορεί να ποικίλλουν, είναι σαφές ότι τα ψυχοσωματικά συμπτώματα είναι ένα κοινό φαινόμενο που επηρεάζει ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού.

Tα πιο κοινά ψυχοσωματικά συμπτώματα

Τα πιο κοινά ψυχοσωματικά συμπτώματα μπορεί να διαφέρουν ανάλογα με το άτομο και τις συγκεκριμένες συνθήκες του. Ωστόσο, μερικά από τα πιο διαδεδομένα ψυχοσωματικά συμπτώματα που αναφέρονται σε έρευνες και κλινική πράξη περιλαμβάνουν:

  • Κεφαλαλγίες — Οι κεφαλαλγίες είναι συχνά συνδεδεμένες με το άγχος και την συναισθηματική ένταση.
  • Πόνοι στο στομάχι ή γαστρεντερικά προβλήματα:
    Το άγχος και η ανησυχία μπορούν να οδηγήσουν σε κοιλιακούς πόνους, φούσκωμα, διάρροια ή δυσκοιλιότητα.
  • Κόπωση — Η ψυχική εξάντληση και η συναισθηματική αγωνία μπορούν να εκδηλωθούν ως φυσική κόπωση και κατάθλιψη.
  • Μυϊκοί πόνοι — Το άγχος και η ανησυχία μπορούν να προκαλέσουν πόνους στους μύες ή ακόμα και μυϊκούς σπασμούς.
  • Αϋπνία ή διαταραχές ύπνου — Η δυσκολία στο να αποκοιμηθεί κανείς ή να διατηρήσει τον συνεχή ύπνο είναι συχνά συνδεδεμένη με το ψυχολογικό άγχος.
  • Πόνος στο στήθος — Το άγχος και οι κρίσεις πανικού μπορούν μερικές φορές να εμφανιστούν με πόνο ή σφίξιμο στο στήθος.
  • Ταχύς καρδιακός παλμός — Το άγχος και η ανησυχία μπορούν να οδηγήσουν σε αυξημένο  καρδιακό ρυθμό ή αίσθημα παλμών.
  • Αναπνευστικά ζητήματα — Η δυσκολία στην αναπνοή μπορεί να επιδεινώνεται από το συναισθηματικό άγχος.

Αυτά τα συμπτώματα μπορεί να ποικίλουν σε σοβαρότητα και διάρκεια και μπορεί να εμφανιστούν μόνα τους ή σε συνδυασμό με άλλα ψυχοσωματικά συμπτώματα. Είναι σημαντικό για τα άτομα που βιώνουν αυτά τα συμπτώματα να ζητήσουν κατάλληλη ιατρική και ψυχολογική υποστήριξη για να αντιμετωπίσουν και τις φυσικές και τις συναισθηματικές πτυχές της υγείας τους.

Αιτίες Ψυχοσωματικών Συμπτωμάτων

Τα ψυχοσωματικά συμπτώματα μπορεί να προκληθούν από διάφορους παράγοντες και η ακριβής αιτία μπορεί να ποικίλλει από άτομο σε άτομο. Ωστόσο, μερικοί κοινοί παράγοντες που μπορεί να συμβάλουν στην εμφάνιση ψυχοσωματικών συμπτωμάτων περιλαμβάνουν:

Ψυχολογικοί παράγοντες

Συναισθηματική αγωνία, όπως άγχος, κατάθλιψη, τραύματα ή ανεπίλυτες συγκρούσεις, μπορούν να έχουν σημαντικό ρόλο στην έναρξη ψυχοσωματικών συμπτωμάτων. Αυτά τα συναισθήματα μπορούν να εκδηλωθούν σωματικά όταν δεν αντιμετωπίζονται επαρκώς.

Σημαντικές αλλαγές στη ζωή

Σημαντικά γεγονότα της ζωής, όπως η μετακόμιση σε μια νέα πόλη, η έναρξη μιας νέας εργασίας, ο γάμος ή η εμπειρία του θανάτου ενός αγαπημένου προσώπου, μπορεί να προκαλέσουν στρες και να πυροδοτήσουν ψυχοσωματικά συμπτώματα.

Κοινωνικοί στρεσογόνοι παράγοντες

Οι κοινωνικές διακρίσεις, οι προκαταλήψεις, το στίγμα ή το αίσθημα περιθωριοποίησης μπορεί να οδηγήσουν σε χρόνιο στρες και να επηρεάσουν αρνητικά τόσο την ψυχική όσο και τη σωματική υγεία.

Χαρακτηριστικά προσωπικότητας

Κάποια χαρακτηριστικά προσωπικότητας, όπως η τελειομανία ή η τάση να καταπιέζονται τα συναισθήματα, μπορεί να αυξήσουν την πιθανότητα εμφάνισης ψυχοσωματικών συμπτωμάτων. Τα άτομα με αυτά τα χαρακτηριστικά μπορεί να βρουν δύσκολο να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά το άγχος, οδηγώντας την ψυχολογική πίεση σε σωματικές εκδηλώσεις.

Προηγούμενες εμπειρίες

Προηγούμενες τραυματικές εμπειρίες, όπως κακοποίηση ή παραμέληση, μπορεί να συμβάλουν στην εμφάνιση ψυχοσωματικών συμπτωμάτων. Αυτές οι εμπειρίες μπορεί να αφήσουν μόνιμο αποτύπωμα στην ψυχική και σωματική ευημερία του ατόμου, οδηγώντας στην εμφάνιση φυσικών συμπτωμάτων ως μηχανισμό αντιμετώπισης.

Τραυματικά γεγονότα

Η έκθεση σε τραυματικά γεγονότα όπως ατυχήματα, φυσικές καταστροφές, σωματική ή σεξουαλική κακοποίηση ή η παρακολούθηση βίας μπορεί να οδηγήσει σε ψυχολογική δυσφορία και σωματικά συμπτώματα. Πολλές επιστημονικές μελέτες έχουν επιβεβαιώσει τη σχέση ανάμεσα σε τραυματικά γεγονότα και εκδήλωση ψυχοσωματικών συμπτωμάτων. Μάλιστα θεωρείται ότι ο παράγοντας που εξηγεί τη σχέση ανάμεσα τους είναι ενδεχόμενα συναισθήματα ντροπής τα οποία με τη σειρά τους οδηγούν το άτομο σε ασθενέστερες συναισθηματικές εκφράσεις, πυροδοτώντας έτσι την ψυχοσωματική έκφραση. Άλλες έρευνες αναφέρονται στο παιδικό τραύμα μελετώντας τις συνέπειες της παιδικής ηλικίας στην ενήλικη ζωή. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι τα άτομα που βίωνουν συναισθηματική κακοποίηση και παραμέληση κατά την παιδική ηλικία έχουν περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν ψυχοσωματικά συμπτώματα στην ενήλικη ζωή, γεγονός που υποδηλώνει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις του πρώιμου τραύματος στη σωματική υγεία.

Περιβαλλοντικοί παράγοντες

Εξωτερικοί παράγοντες άγχους, όπως πίεση στην εργασία, οικονομικές δυσκολίες, προβλήματα σχέσεων ή μεγάλες αλλαγές στη ζωή, μπορεί να επιδεινώσουν την ψυχολογική πίεση και να προκαλέσουν ψυχοσωματικά συμπτώματα σε ευαίσθητα άτομα.

Οικονομικό άγχος

Η οικονομική αστάθεια, τα χρέη, η ανεργία ή οι οικονομικές δυσκολίες μπορεί να οδηγήσουν σε χρόνιο στρες, το οποίο μπορεί να επιδεινώσει τα ψυχοσωματικά συμπτώματα.

Ακαδημαϊκή πίεση

Ο υπερβολικός ακαδημαϊκός φόρτος εργασίας, οι προσδοκίες απόδοσης, το άγχος των εξετάσεων και ο φόβος της αποτυχίας μπορεί να προκαλέσουν σημαντικό στρες στους φοιτητές, οδηγώντας σε ψυχοσωματικά συμπτώματα όπως πονοκέφαλοι, στομαχόπονοι ή διαταραχές του ύπνου.

Βιολογικοί παράγοντες

Ενώ τα ψυχοσωματικά συμπτώματα έχουν τις ρίζες τους κυρίως σε ψυχολογικές διαδικασίες, βιολογικοί παράγοντες μπορεί επίσης να παίζουν ρόλο. Γενετικές προδιαθέσεις, ορμονικές ανισορροπίες ή υποκείμενες ιατρικές καταστάσεις μπορούν να επηρεάσουν την ευαισθησία ενός ατόμου να εμφανίσει ψυχοσωματικά συμπτώματα.

Χρόνια ασθένεια

Η διαβίωση με μια χρόνια πάθηση, όπως αυτοάνοσες διαταραχές, χρόνιες παθήσεις πόνου ή καρκίνο, μπορεί να είναι συναισθηματικά επιβαρυντική και να συμβάλλει στην ανάπτυξη ή την επιδείνωση ψυχοσωματικών συμπτωμάτων.

Αντιμετώπιση Ψυχοσωματικών Συμπτωμάτων

Η αντιμετώπιση των ψυχοσωματικών συμπτωμάτων συνήθως περιλαμβάνει μια ολοκληρωμένη προσέγγιση που αντιμετωπίζει τόσο τις σωματικές όσο και τις ψυχολογικές πτυχές των συμπτωμάτων. Ορισμένες ενδείξεις για τη διαχείριση των ψυχοσωματικών συμπτωμάτων περιλαμβάνουν:

  • Ιατρική αξιολόγηση — Είναι σημαντικό να αποκλείονται τυχόν υποκείμενες ιατρικές καταστάσεις που μπορεί να συμβάλλουν στα συμπτώματα. Μια ενδελεχής ιατρική αξιολόγηση από επαγγελματία υγείας μπορεί να βοηθήσει στον εντοπισμό τυχόν σωματικών προβλημάτων υγείας που πρέπει να αντιμετωπιστούν.
  • Ψυχοεκπαίδευση — Η παροχή πληροφοριών στα άτομα σχετικά με τη σύνδεση νου-σώματος και τον τρόπο με τον οποίο οι ψυχολογικοί παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν τη σωματική υγεία μπορεί να είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική. Η κατανόηση της σχέσης μεταξύ του στρες, των συναισθημάτων και των σωματικών συμπτωμάτων μπορεί να βοηθήσει τα άτομα να αναλάβουν ενεργό ρόλο στη διαχείριση της υγείας τους.
  • Ψυχολογική αξιολόγηση — Η διενέργεια ψυχολογικής αξιολόγησης μπορεί να βοηθήσει στον εντοπισμό τυχόν υποκείμενων συναισθηματικών ή ψυχολογικών παραγόντων που συμβάλλουν στα συμπτώματα. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει αξιολόγηση για καταστάσεις όπως αγχώδεις διαταραχές, κατάθλιψη, διαταραχές που σχετίζονται με τραύματα ή άλλες ανησυχίες ψυχικής υγείας.
  • Γνωσιακή Συμπεριφορική θεραπεία — Η CBT είναι μια δομημένη θεραπευτική προσέγγιση που επικεντρώνεται στον εντοπισμό και την αλλαγή των αρνητικών μοτίβων σκέψης και συμπεριφορών που συμβάλλουν στα ψυχοσωματικά συμπτώματα. Μπορεί να βοηθήσει τα άτομα να αναπτύξουν δεξιότητες αντιμετώπισης, τεχνικές χαλάρωσης και στρατηγικές διαχείρισης του στρες για την καλύτερη διαχείριση των συμπτωμάτων τους.
  • Παρεμβάσεις βασισμένες στην ενσυνειδητότητα (mindfulness) — Πρακτικές όπως ο διαλογισμός, η γιόγκα και οι τεχνικές χαλάρωσης μπορούν να βοηθήσουν τα άτομα να καλλιεργήσουν μεγαλύτερη επίγνωση των σκέψεων, των συναισθημάτων και των σωματικών αισθήσεων. Αυτές οι πρακτικές μπορούν να προωθήσουν τη μείωση του στρες και να ενισχύσουν τη συνολική ευημερία, ενδεχομένως ανακουφίζοντας τα ψυχοσωματικά συμπτώματα.
  • Tεχνικές διαχείρισης του στρες — Η εκμάθηση και η εξάσκηση τεχνικών διαχείρισης του στρες, όπως οι ασκήσεις βαθιάς αναπνοής και η προοδευτική μυϊκή χαλάρωση, μπορούν να βοηθήσουν τα άτομα να μειώσουν τη φυσιολογική διέγερση και να διαχειριστούν το στρες πιο αποτελεσματικά.
  • Τροποποιήσεις του τρόπου ζωής — Η πραγματοποίηση υγιεινών αλλαγών στον τρόπο ζωής, όπως η υιοθέτηση μιας ισορροπημένης διατροφής, η τακτική σωματική δραστηριότητα, ο επαρκής ύπνος και η αποφυγή της κατάχρησης ουσιών, μπορεί να επηρεάσει θετικά τόσο τη σωματική όσο και την ψυχική υγεία, μειώνοντας τη σοβαρότητα των ψυχοσωματικών συμπτωμάτων.
  • Αναλυτική ψυχοθεραπεία — Η ενασχόληση με υποστηρικτική θεραπεία ή συμβουλευτική μπορεί να προσφέρει στα άτομα έναν ασφαλή χώρο για να εκφράσουν τα συναισθήματά τους, να επεξεργαστούν τις τραυματικές εμπειρίες τους και να λάβουν υποστήριξη. Η υποστηρικτική θεραπεία μπορεί επίσης να βοηθήσει τα άτομα να αναπτύξουν στρατηγικές αντιμετώπισης και να ενισχύσουν την ανθεκτικότητά τους.

Κλείνοντας
Είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι τα ψυχοσωματικά συμπτώματα είναι πολύπλευρα και συχνά προκύπτουν από την πολύπλοκη αλληλεπίδραση διαφόρων ψυχολογικών, περιβαλλοντικών και βιολογικών παραγόντων. Η θεραπεία συνήθως περιλαμβάνει την αντιμετώπιση των υποκείμενων ψυχολογικών στρεσογόνων παραγόντων, την εκμάθηση υγιών μηχανισμών αντιμετώπισης και μερικές φορές την ενσωμάτωση ιατρικών παρεμβάσεων για τη διαχείριση τυχόν σχετικών σωματικών συμπτωμάτων. Με την αντιμετώπιση των υποκείμενων ψυχολογικών παραγόντων, την εκμάθηση τεχνικών διαχείρισης του στρες και την πραγματοποίηση υγιεινών αλλαγών στον τρόπο ζωής, τα άτομα μπορούν να διαχειριστούν αποτελεσματικά και να μειώσουν τις επιπτώσεις των ψυχοσωματικών συμπτωμάτων στην καθημερινή τους ζωή.

Πηγές:

– American Psychiatric Association. (2013). Diagnostic and statistical manual of mental disorders (5th ed.). https://doi.org/10.1176/appi.books.9780890425596

– Hager, A. D., & Runtz, M. G. (2012). Psychological trauma and physical health. Canadian Journal of Psychiatry, 57(10), 587–595. https://doi.org/10.1177/070674371205701005

– Strelan, P., Covic, T., Roberts, L. D., & Boecking, B. (2019). Trauma exposure and physical health: The role of shame as a mediator. Journal of Traumatic Stress, 32(4), 572–581. https://doi.org/10.1002/jts.22425 

Spitzer, C., Barnow, S., Volzke, H., Wallaschofski, H., John, U., Freyberger, H. J., & Grabe, H. J. (2009). Childhood maltreatment and adult psychosomatic symptoms: The role of emotional abuse and neglect in a prospective cohort study. Psychosomatic Medicine, 71(4), 419–426. https://doi.org/10.1097/PSY.0b013e31819e8e43